Πολιτικά και κοινωνικά θέματα

 

Αρ.ΤΕΥΧΟΥΣ 1706

4 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2010

Συνέντευξη στην Αργυρώ Αθανασοπούλου

Στην πατρίδα μας χάνουμε το μέτρο εύκολα και έτσι το χάσαμε και στην περίπτωση των πρωταθλητών μας.

ΕΡΩΤΡΟΠΟΥΝ ΟΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΜΑΣ…

ΠΑΣΧΕΙ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

Η Μαρία Κευγά-Παναγιωτοπούλου, δικηγόρος του Χρήστου Τζέκου και σε πλειάδα μεγάλων πολιτικών υποθέσεων που συγκλόνισαν τη χώρα, ομιλεί για την ποιότητα της ελληνικής Δικαιοσύνης.

«…δεν  μπορούμε να ζητάμε από το δικαστή τα αδύνατα, ποιότητα και ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης, όταν του ανατίθεται αριθμός υποθέσεων, που είναι ανθρωπίνως αδύνατον να αντιμετωπισθεί…»

 

Πριν λίγες ημέρες ο κόσμος του αθλητισμού συγκλονίστηκε από την αποκάλυψη της πορείας που έχει η ζωή δύο ιερών τεράτων του παγκόσμιου αθλητισμού. Στη φυλακή ο παγκόσμιος ρεκορντμαν των 100 μέτρων. Μπήκε και βγήκε από τη φυλακή και η γυναίκα που θεωρήθηκε φαινόμενο φυσικών δυνατοτήτων. ‘Ενας κόσμος ψεύτικος, γυάλινος, κατασκευασμένος από χρυσόσκονη απέξω και τη σκόνη των ουσιών ντόπινγκ από μέσα. Ο Τιμ Μοντγκόμερι είχε εμφανιστεί ως διάδοχος του Καρλ Λιούις και έγινε ζευγάρι με το θηλυκό Λιούις τη Μάριον Τζόουνς, αυτό το … θηλυκό άντρα που κέρδισε στο Σίντει  άνετα τη δική μας Κατερίνα Θάνου. Γεμάτο το ψυγείο ντόπες και σχεδόν φανερή χρήση, αλλά το σύστημα έκανε ότι δε βλέπει, γιατί είχαν ισχυρούς προστάτες.

Το σύστημα αυτό δεν έδωσε το μετάλλιο της ντόπας, ούτε στη δική μας πρωταθλήτρια, παρότι δεν πιάστηκε ποτέ ντοπαρισμένη. Δεν συμφώνησαν με το διάσημο προπονητή μας Χρήστο Τζέκο ότι «ντοπαρισμένος είναι μόνο όποιος πιάνεται» και την άφησαν και την άφησαν με το ασημένιο μετάλλιο, γιατί απέφυγε τους ελέγχους ντόπινγκ.

Ο παγκόσμιος αθλητισμός συγκλονίζεται και τώρα με την υπόθεση Σεμένια στη Νότιο Αφρική, ενώ το σκάνδαλο ντοπαρίσματος και στημένων αγώνων κλονίζουν και το ποδόσφαιρο.

Στην άλλη πλευρά του λόφου, η πολιτική φαίνεται να ασκείται και μέσω δικαστικής χειραγώγησης και μέσω τρομακτικής δράσης σε ένα σύμπλεγμα όχι και τόσο ορατό από τους απλούς πολίτες και γι’ αυτό αρκετά αποτελεσματικό στη χώρα μας.

Η κα Μαρία Κευγά-Παναγιωτοπούλου είναι δικηγόρος που μετείχε ως υπεράσπιση ή ως πολιτική αγωγή σε κορυφαίες δίκες αυτών των αντικειμένων. Από το Χρήστο Τζέκο ως την τρομοκρατική δράση και τη διαμάχη κορυφής μεταξύ Λαλιώτη-Μητσοτάκη κ.λπ. Στα πλαίσια της προσπάθειάς μας να φέρνουμε τον αναγνώστη μέσω συζητήσεων με δικηγόρους κοντά σε τέτοιες πολύκροτες  υποθέσεις  τηρώντας δεοντολογικά αποστάσεις είχαμε μία συζήτηση με την κα Κευγά-Παναγιωτοπούλου για τα θέματα αυτά.

Το τελευταίο διάστημα γίνεται μεγάλος θόρυβος γύρω από τον κλασικό αθλητισμό αλλά και το ποδόσφαιρο για βρόμικα κόλπα. Ο Τιμ Μοντγκόμερι, παγκόσμιος ρέκρντμαν στα 100 μέτρα και σύζυγος της Μάριον Τζόουνς, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα από τις φυλακές  όπου βρίσκεται ότι και οι δυο τους έκαναν χρήση αναβολικών και με αυτά η Τζόουνς  κέρδισε και την Κατερίνα Θάνου. Στο ποδόσφαιρο αποκαλύπτονται στημένα παιχίδια. Ως δικηγόρος του Χρήστου Τζέκου, ο οποίος πέρασε και από το ποδόσφαιρο, πέρα από τη γνωστή διαδρομή στο στίβο, ποιο σχόλιο έχετε για όλα αυτά και ποιο αποτύπωμα άφησε ο θόρυβος του 2004;

Ας ξεκινήσουμε με μία θέση του εντολέα μου στην οποία αναφερθήκατε. Οι αθλητές, εφόσον έχουν τις φυσικές προδιαγραφές, γίνονται κορυφαίοι μόνον με σκληρή δουλειά και αφοσίωση στο σκοπό τους. Τούτο έχουμε υποχρέωση να το περάσουμε και ως μήνυμα σε όλους όσους θέλουν να ασχοληθούν με τον αθλητισμό, γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο επικίνδυνο από το  να επικρατήσει η αντίληψη ότι ο αθλητισμός, αλλά και ο πρωταθλητισμός προαπαιτούν τη χρήση αναβολικών ουσιών.

Με ρωτάτε για το αποτύπωμα που άφησε ο θόρυβος του 2004. Σας απαντώ λοιπόν ότι η χώρα μας που γέννησε την έννοια  του « μέτρου», στην περίπτωση αυτή έχασε κάθε μέτρο κατασπαράζοντας τα παιδιά της.

Ο Χρήστος Τζέκος, όπως και οι αθλητές  του, ήταν μεγάλο  κεφάλαιο για την Ελλάδα.

Δυστυχώς, όμως, γι’ αυτούς οι δυνατότητες και οι επιτυχίες  τους  υπερέβαιναν τα όριά της. Και για να ξεκαθαρίσω  τι εννοώ, όταν λέγω όρια, εννοώ την οργάνωση της χώρας μας στο πεδίο αθλητισμού, την υποδομή της στο επίπεδο του πρωταθλητισμού και τη σοβαρότητα και καταλληλόλητα των προσώπων που εμπλέκονται, σε διάφορα επίπεδα, με τον ελληνικό αθλητισμό.

Ας ελπίσουμε ότι, αν, στο μέλλον, κάποιοι άλλοι μπορέσουν να υπερβούν και πάλι τα όρια της πατρίδας μας, θα τους επιφυλαχθεί περισσότερος σεβασμός.

Είστε δικηγόρος και σε μεγάλες υποθέσεις της επικαιρότητας με εμπλεκόμενα πρόσωπα από το χώρο της πολιτικής. Θεωρείται ότι οι ποινικές υποθέσεις πολιτικοποιούνται με άδικο τρόπο σε βάρος κατηγορουμένων και ποιο σχόλιο έχετε απέναντι σε όσους ισχυρίζονται ότι οι πολιτικοί έχουν προνόμιο και στο χειρισμό ποινικών υποθέσεων και θα πρέπει να λογοδοτούν όπως οι απλοί άνθρωποι στη δικαιοσύνη;

Θεωρώ ότι δεν είναι εύκολο σε υποθέσεις που λαμβάνουν ευρεία δημοσιότητα, ανεξαρτήτως του αν έχουν ή  όχι πολιτικές προεκτάσεις, να υπάρχει αυτό που λέμε «δίκαιη δίκη».

Δεν ισχυρίζομαι με αυτό ότι ο Τύπος δε θα πρέπει να ελέγχει και να ενημερώνει. Λέω, όμως ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο για τη δικαιοσύνη να αγνοεί την περιρρέουσα ατμόσφαιρα  που διαμορφώνεται και να μη λειτουργεί με επικοινωνιακά δεδομένα και κριτήρια.

Όσον αφορά στο θέμα της ποινικής μεταχείρισης των πολιτικών, αν εξαιρέσουμε τη διαδικασία παραπομπής των περιπτώσεων που εμπίπτουν στο νόμο περί ευθύνης υπουργών, ουδεμία ουσιωδώς διαφορά επιφυλάσσει το δίκαιό μας στη μεταχείριση αυτή  σε σχέση με τους λοιπούς πολίτες.

Σε κάθε περίπτωση η προσωπική μου άποψη είναι ότι σε όλα τα επίπεδα, ακόμη και αυτό της κινήσεως της ποινικής διώξεως, δε θα πρέπει να υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ Ελλήνων πολιτών, οιαδήποτε ιδιότητα και αν κατέχουν.

Το θέμα, όμως, τελικά, δεν είναι ούτε η «πολιτικοποίηση ποινικών υποθέσεων», ούτε οι θεσμικές προβλέψεις. Το θέμα είναι ότι όσο η κοινωνία και η δημοκρατία μας θα επιτρέπουν στις « τέσσερις εξουσίες» να εναγκαλίζονται και να ερωτροπούν,η απόδοση της δικαιοσύνης θα πάσχει.

Όλοι οι υπουργοί Δικαιοσύνης και όλες οι ηγεσίες του Αρείου Πάγου διαπιστώνουν ότι τα ελληνικά δικαστήρια έχουν «φρακάρει» από σωρεία υποθέσεων και ουσιαστικά η καθυστέρηση οδηγεί σε αρνησιδικία. Η δική σας γνώμη για το πρόβλημα και τη λύση του ποια είναι;

Το πρόβλημα της σώρευσης τεράστιου όγκου υποθέσεων στα δικαστήρια δεν έχει μόνο ως συνέπεια τη καθυστέρηση εκδικάσεώς τους αλλά και επιπτώσεις και στην ποιότητα των αποφάσεων που εκδίδονται.  Και, βέβαια δεν μπορούμε να ζητάμε από το δικαστή τα αδύνατα, ποιότητα και ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης, όταν του ανατίθεται αριθμός υποθέσεων, που είναι αθρωπίνως αδύνατον να αντιμετωπισθεί.

Δυστυχώς το πρόβλημα δεν είναι σημερινό. Νομοθετικές πρωτοβουλίες με παραγραφές αδικημάτων ή διαφοροποίηση της διαδικασίας σε επίπεδο πολιτικής ή ποινικής δικονομίας δεν έλυσαν το πρόβλημα. Θα πρέπει να κάποια στιγμή να λοιπόν να το αντιμετωπίσουμε στην ουσία του με προσλήψεις περισσότερων δικαστικών λειτουργών και οργάνωση του χώρου της δικαιοσύνης τόσο σε επίπεδο ανθρωπίνου δυναμικού όσο και σε επίπεδο υποδομών. Και, βεβαίως, ουσιώδης, καθίσταται και η αναγκαιότητα αλλαγής νοοτροπίας του πολίτη αλλά και των επαγγελματιών του χώρου, οι οποίοι θα πρέπει να αντιληφθούν  ότι η προσφυγή στη δικαιοσύνη θα πρέπει να είναι το έσχατο μέσο σε μία διένεξη.

Όλοι διαπιστώνουν πρόβλημα υπερπληθυσμού δικηγόρων,  καθώς η Αθήνα  έχει όσους δικηγόρους έχει όλη η Γερμανία. Εσείς ποια γνώμη έχετε για το πρόβλημα και για το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί;

Ήμουν και εξακολουθώ  να είμαι υπέρ της ελευθερίας στην επιλογή των σπουδών και του επαγγέλματος.  Και τούτο γιατί πιστεύω ότι το επάγγελμά μας δε θα πρέπει να είναι μόνον μέσον βιοπορισμού, αλλά και μέσο για να ικανοποιήσουμε την ανάγκη μας για δημιουργικότητα. Έτσι δε θα μπορούσα να είμαι υπέρ οποιουδήποτε  μέτρου θα οδηγούσε σε αποκλεισμό κάποιων από οποιοδήποτε επάγγελμα.

Στην περιφέρεια της Ζυρίχης της Ελβετίας έγινε τοπικό δημοψήφισμα  και οι κάτοικοι αποφάνθηκαν ότι θα πρέπει να διοριστεί δικηγόρος των ζώων. Διορίστηκε ο κ. Γκέντσελ με μηνιαίο μισθό 3.000 ευρώ και καθήκον να κυνηγάει στα δικαστήρια εκείνους που κακομεταχειρίζονται τα αδέσποτα ζώα αλλά και τα κατοικίδιά τους. Και φυσικά άγρια ζώα, όπως αλεπούδες, γεράκια κ.λπ. Ποιο σχόλιο έχετε γι’ αυτό και για τους τομείς όπου θα μπορούσε να επεκταθεί η λεγόμενη δικηγορική ύλη με κοινωνικό όφελος;

Δε γνώριζα την περίπτωση που αναφέρετε, αλλά τη βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα. Στη χώρα μας λειτουργεί όπως γνωρίζετε ο θεσμός τους Συνηγόρου του Πολίτη και του Συνηγόρου του Παιδιού.

Θεωρώ ότι θα ήταν ενδιαφέρον να εξετάσουμε τη δημιουργία ενός ανάλογου με αυτόν που αναφέρετε θεσμού με διευρυμένες αρμοδιότητες, για την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων των μελών των κάθε είδους μειονοτήτων, που ζουν στην πατρίδα μας.

Με την εμπειρία σας σε μαγάλες και μικρές δίκες, ποια είναι η γνώμη σας για το επίπεδο του Έλληνα δικαστή από πλευράς νομικής παιδείας αλλά και κοινωνικής αντίληψης;

Πάντα θεωρούσα ότι δεν υπάρχει τίποτε δυσκολότερο από τα να είναι κάποιος δικαστής. Το βάρος να κρίνεις και να αποφασίζεις για τη ζωή ενός ανθρώπου είναι τεράστιο. Διότι μέσα σε κάθε φάκελο δικογραφίας, από την πιο σοβαρή έως την πιο απλή, δεν κρύβονται χαρτιά, κρύβονται ανθρώπινες ιστορίες, κρύβεται το παρελθόν και διακυβεύεται το μέλλον ανθρώπινων πλασμάτων. Για το λόγο αυτό και η επιλογή του να γίνει κάποιος δικαστής δεν μπορεί να έχει ως στόχο την εξασφάλιση κοινωνικά αποδεκτού επαγγέλματος με σίγουρο και σταθερό μισθό.  Ειλικρινά δεν αισθάνομαι την παραμικρή υποχρέωση να είμαι επιεικής με τους ανθρώπους που επέλεξαν να υπηρετήσουν το χώρο της δικαιοσύνης ως δικαστές  όχι μόνον χωρίς την συναίσθηση της δυσκολίας, αλλά κυρίως χωρίς το δέος του ρόλου του κριτή που τους επιφυλάσσεται.

Βεβαίως, η δικαιοσύνη όπως και όλοι οι θεσμοί, αντικατοπτρίζουν πάντοτε και παράλληλα είναι δείκτες του βαθμού της δημοκρατίας και του επιπέδου της κοινωνίας κάθε χώρας. Γι’ αυτό ας μην πέφτει το ανάθεμα στην ελληνική δικαιοσύνη, κάτι τέτοιο θα ήταν και άδικο και υποκριτικό.

Αλλά για να απαντήσω και πιο άμεσα στη ερώτησή σας, η επάρκεια, σε επίπεδο νομικής παιδείας και η αντίληψη της κοινωνικής πραγματικότητας για τις οποίες με ρωτάτε είναι απαραίτητα χαρακτηριστικά ενός καλού δικαστικού λειτουργού, αλλά από μόνα τους δεν αρκούν. Διότι, τα σπουδαιότερα προσόντα ενός δικαστή είναι το θάρρος, η τόλμη,η ατομική του ικανότητα να μην υπολογίζει και να μην προσμετρά τίποτε όταν καλείται να αποδώσει το δίκαιο. Λυπάμαι που το λέω και λυπάμαι αν πράγματι ισχύει, αλλά η αίσθησή μου είναι ότι τέτοιοι δικαστές δεν αποτελούν την πλειοψιφία.