Συγχρηματοδοτούμενα Έργα – Ανάκληση- Πλαστές Εγγυητικές Επιστολές – Αποζημίωση εξ Αδικοπραξίας– Διοικητικές Διαφορές – Πλημμελής Αιτιολογία
Η δικηγορική μας εταιρεία πέτυχε όπως γίνει δεκτή έφεση τελικού δικαιούχου κατά του Δημοσίου από το Τριμελές Διοικητικό Εφετείο Αθηνών και επιδικασθεί εις βάρος του Δημοσίου αποζημίωση από αδικοπραξία για την βλάβη που υπέστη ο ιδιώτης επενδυτής – τελικός δικαιούχος από παράνομες ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου κατά την διαδικασία απένταξης επενδυτικού σχεδίου του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη- Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000- 2006» του Γ’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης. Η υπόθεση αφορούσε σε πλαστές εγγυητικές που προσκομίσθσησαν στο φάκελλο του υπό ένταξη έργου, το οποίο και υλοποιήθηκε σε πολύ μεγάλο ποσοστό. Σύμφωνα με το Δικαστήριο η υποβολή, με την αίτηση υπαγωγής της επενδύσεως στο εν λόγω κανονιστικό πλαίσιο, ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων ως προς την φερεγγυότητα και, εν γένει, την οικονομική επιφάνεια του φορέα της επενδύσεως αποτελεί μεν, κατ’ αρχήν, λόγο ανακλήσεως της πράξεως αποδοχής της αιτήσεως και υπαγωγής της επενδύσεως στο κανονιστικό αυτό πλαίσιο, μόνη, όμως, η υποβολή των ως άνω ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο και επαρκές αιτιολογικό έρεισμα της ανακλητικής πράξεως και προπαρασκευαστικών αυτής ενεργειών εάν, κατά τον χρόνο της εκδόσεώς της, ο φορέας της επενδύσεως έχει ήδη εκπληρώσει στο ακέραιο την υποχρέωση καταβολής του ποσού στο οποίο ανερχόταν, κατά την πράξη υπαγωγής, η συμμετοχή του στην κάλυψη του κόστους της επενδύσεως. Στην περίπτωση αυτήν, η Διοίκηση μπορεί να χωρήσει στην έναρξη της διαδικασίας ανάκλησης της πράξεως υπαγωγής μόνο εφόσον θεωρήσει, κατά κρίση πλήρως και ειδικώς αιτιολογημένη, ότι, λόγω της διαμορφώσεως του περιεχομένου της πράξεως υπαγωγής βάσει των ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων που υπέβαλε ο ενδιαφερόμενος, είτε τίθεται σε κίνδυνο η ολοκλήρωση της επενδύσεως, είτε, εάν το επενδυτικό έργο έχει ολοκληρωθεί, τίθεται σε κίνδυνο η βιωσιμότητα της επενδύσεως στο μέλλον, όλως διάφορο, δε, είναι το ζήτημα των ποινικών ή άλλων ευθυνών που τυχόν γεννώνται λόγω της υποβολής, από τον φορέα της επενδύσεως, ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων. Είναι, όμως, δυνατή η χρηματοδότησή της και στην περίπτωση που η υλοποίησή της δεν υπήρξε πλήρης, αν, πάντως, το μέρος της επενδύσεως που υλοποιήθηκε παρουσιάζει συστηματική και λειτουργική ενότητα, αντιστοιχεί σε ουσιώδες μέρος της εγκριθείσας επένδυσης και υπηρετεί τους στόχους της και, κατ’ επέκταση, τους στόχους του προγράμματος ή του τμήματος προγράμματος, στο οποίο έχει ενταχθεί. Σημειώνεται ότι και ως προς το ποινικό σκέλος έχει επέλθει αμετάκλητη αθώωση του νομίμου εκπροσώπου του επενδυτή ως προς πλημμελήματα και η μη εμπλοκή του στη διαδικασία του κακουργήματος της εκδόσεως πλαστών εγγυητικών. Το σύνολο της υποθέσεως (ποινικό και διοικητικό σκέλος) χειρίσθηκε ο εταίρος Γεώργιος Π. Παναγιωτόπουλος.